Γράφει ο Μπάμπης Κωνσταντάτος.
Φίλε Ιωσήφ,
Υποθέτω γνωρίζεις ότι όχι μόνον δεν είμαι ποδοσφαιρόφιλος αλλά και ότι δεν έχω πάει ποτέ στο γήπεδο να δω ποδοσφαιρικό αγώνα. Και η τύφλα μου πάνω σ’ αυτό το θέμα, δεν ξέρω ποιος παίζει πού. Ωστόσο, όταν η εθνική μας ομάδα φτάνει κοντά σε κάποια ευρωπαϊκή διάκριση με πιάνει κάτι, κολλάω στην τηλεόραση και ενθουσιάζομαι. Ίσως είναι αυτό που κάποτε το λέγαμε εθνική υπερηφάνεια και που τώρα το έχουμε ξεχάσει.
"Κηδεία Μπάμπη Μπουζάκη αύριο στις 16.00 στο νεκροταφείο Ηλιούπολης". Αυτό ήταν το μήνυμα που έλαβα στο κινητό μου σήμερα το απόγευμα και, ανήμπορος να πιστέψω ότι δεν ήταν μια κακόγουστη φάρσα, τηλεφώνησα αμέσως στην κόρη του Μπάμπη που μου το έστειλε. "Αληθεια είναι", μου απάντησε εκείνη, και συνέχισε. "Ο πατέρας μου υπέκυψε τελικώς στον καρκίνο...". Υποκύπτουν δηλαδή στον καρκίνο άνθρωποι σαν τον Μπάμπη; μονολογούσα επί ώρα μετά το πέρας εκείνης της τηλεφωνικής επικοινωνίας...
Δεν συνηθίζω να πηγαίνω σε κηδείες γιατί δεν πιστεύω σ' αυτού του είδους τις "τελετές", δεν αντέχω. Αδυνατώ να δεχθώ ότι το σώμα του Μπάμπη, του ψαροντουφεκά, του χαμογελαστού φίλου που το ελεύθερο camping ήταν η δεύτερη φύση του, θα λυώσει στο χώμα. Θα προτιμούσα να μαζευτούμε οι φίλοι του σε κάποια παραλία, εκεί που και ο ίδιος σύχναζε, να πιούμε ένα ποτήρι στη μνήμη του, να θυμηθούμε και να διηγηθούμε τις στιγμές που περάσαμε μαζί και να σκορπίσουμε την στάχτη του στο πέλαγος που τόσο αγαπούσε. Είμαι βέβαιος ότι αυτόν τον αποχαιρετισμό θα προτιμούσε...
Δεν θα πω άλλα γιατί και στον Μπάμπη δεν άρεσαν τα πολλά λόγια. Μια επανάληψη μόνο της τελευταίας συνέντευξης που μου έδωσε, πριν από δύο ακριβώς χρόνια, και ένα κατευόδιο : Καλές θάλασσες φίλε εκεί στα πελάγη του ουρανού και καλή αντάμωση με τον Παναγιώτη...
Το θέμα είναι τώρα τι λες, τώρα τι κάνεις, τώρα τι θέλεις και πού πας.
Το θέμα είναι τώρα τι λες, καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε, καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ, μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζοντας. Το θέμα είναι τώρα τι λες.
(Μ. Αναγνωστάκης)
Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει, όποιος δεν μιλά σε όποιον δεν γνωρίζει.Είναι πολύ σημαντικό, αυτές τις κρίσιμες ώρες, να ρίξουμε μια ματιά στην βίβλο των Ελλήνων, δηλαδή στα Ομηρικά έπη, και να διδαχτούμε, έστω και την τελευταία στιγμή, από το πνεύμα του Οδυσσέα. Δηλαδή να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας, να ...ελέγξουμε την παρόρμηση, να έχουμε τις αισθήσεις μας και τις αντένες μας ανοικτές και να μην παρασυρθούμε από την οργή και το μένος που μας διακατέχει, ώστε να γίνουμε βορά, στους σύγχρονους "μνηστήρες".
Του Αλέξανδρου Αγγελή (Αντίβαρο, Δεκέμβριος 2007).
Στις μέρες μας, όπου αμφισβητούνται ακόμα και τα αυτονόητα, έχει αρχίσει να ακούγεται η άποψη ότι δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες, αλλά ότι όλες έχουν την ίδια αξία. Αυτό είναι τόσο παράλογο να το πιστεύει κανείς, όσο το να πιστεύει ότι μπορούν σε έναν αγώνα δρόμου όλοι οι δρομείς να τερματίσουν ταυτόχρονα. Κάτι τέτοιο είναι απλά αδύνατον. Το συγκεκριμένο παράδειγμα είναι κάτι πολύ απλό, πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με κάτι τόσο πολύπλοκο όσο η γλώσσα. Δηλαδή μπορεί μια γλώσσα πρωτόγονου επιπέδου με 10 διαφορετικές λέξεις να έχει την ίδια αξία με μια γλώσσα τόσο σύνθετη όσο οι σημερινές; Ποιός λογικός άνθρωπος μπορεί να το δεχτεί αυτό; Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι οι χιμπατζήδες χρησιμοποιούν μια «γλώσσα» με ένα λεξιλόγιο από τριάντα λέξεις-κραυγές. [11]