Θυμάται ο Μανώλης Χριστουλάκης.
Παλιά στην Κίμωλο τηρούντο πολλά αναστάσιμα έθιμα. Μερικά έχουν καταγραφεί ανεξίτηλα στη μνήμη μου.
Στην Κίμωλο δεν ήταν γνωστός ο οβελίας, το σουβλιστό αρνί. Δε υπήρχε ούτε για δείγμα η σούβλα. Όλα αυτά ήτανε, όπως τα λέγαμε, στερεοελλαδίτικα.
Οι νοικοκυρές έβαζαν στο τσουκάλι από το απόγευμα του μεγάλου Σαββάτου το αρνί για να είναι έτοιμο το πασχαλινό φαγητό, όταν τα μεσάνυχτα, μετά από την Ανάσταση επέστρεφαν στο σπίτι για να απολαύσουν τη σούπα, που την αυγόκοβαν. Όλο το Χωριό μύριζε, τότε, βραστό κρέας. Τρώγανε τη σούπα για να προετοιμαστεί το στομάχι στο αναστάσιμο φαγητό μετά την αυστηρή νηστεία της Σαρακοστής. Η μητέρα μας, μάλιστα, φρυγάνιζε με φρέσκο βούτυρο στο τηγάνι, μπουκιές ψωμί που τις βάζαμε μέσα στο ζουμί και γινότανε πεντανόστιμες. Στο τραπέζι ήτανε στρωμένο το άσπρο υφαντό τραπεζομάντηλο, που το είχε υφάνει η μητέρα στην κρεβαταριά (υπάρχει στο Λαογραφικό).








